Κρίνοντας την πρόσφατη καναδική μελέτη που αμφισβητεί την σπουδαιότητα της μαστογραφίας στην ανίχνευση του καρκίνου του μαστού.
Με ενδιαφέρον αλλά και με καχυποψία αναλύσαμε την πρόσφατη μελέτη της ομάδας του A. Miller και του St. Narod, ερευνητές του Καναδά, που δημοσίευσαν αυτές τις ημέρες στο BMJ (2014;348:g366)την εμπειρία τους πάνω από 25 ετών παρακολούθησης της συχνότητας και θνησιμότητας του καρκίνου του μαστού στο εθνικό πρόγραμμα του Καναδά.
Αυτή η μελέτη αφορά 89.000 γυναίκες ηλικίας 40-60 ετών, από 6 διαμερίσματα του Καναδά, διαχωρισμένες σε δυο ομάδες. Πρώτη ομάδα παρακολουθείτο από ετήσια μαστογραφία ενώ η δεύτερη ομάδα δεν έκανε μαστογραφία αλλά μόνο ψηλάφηση από ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό. Τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής έδειξαν παραπάνω διάγνωση καρκίνο του μαστού στην ομάδα των γυναικών με μαστογραφία αλλά η θνησιμότητα ήταν ίδια και στις δυο ομάδες.
Η μελέτη προκαλεί πολλές ενστάσεις.
Πάει εντελώς αντίθετα με τις γνωστές μεγάλες σουηδικές μελέτες του L. Tabar, των Αμερικανών και των Γάλλων που δείχνουν μια αύξηση της διάγνωσης του καρκίνου του μαστού χάρις της μαστογραφίας (20-35% περισσότερο συγκριτικά με τον πληθυσμό που δεν έκανε μαστογραφία). Η στατιστική καμπύλη θνησιμότητας έδειξε μείωση αυτής σε γυναίκες που υποβάλλονταν σε μαστογραφία και στατιστικά σημαντικά για τον πληθυσμό άνω των 50 ετών. Τα περισσότερα ευρωπαϊκά προγράμματα παίρνοντας υπόψη τους τα παραπάνω συνιστούν μαστογραφία από τα 50 έτη έως τα 74 (Αγγλία , Γερμανία, Γαλλία , Ολλανδία). Ακόμα πιο προχωρημένα είναι τα προγράμματα των ΗΠΑ και της Σουηδίας που συνιστούν κάποιοι μαστογραφία από τα 40 και κάποιοι μόνο από αυτή την ηλικία σε άτομα υψηλού κινδύνου.
Μην παραβλέπουμε τις καινούργιες τεχνικές μαστογραφίας, αγγειομαστογραφία, τομοσύνθεση που επιτρέπουν την διάγνωση καρκίνων μικρής διαμέτρου και συνάμα πιο πιθανή ίαση τους, λόγο του αρχικού τους σταδίου. Μελέτες από την Νορβηγία, τις ΗΠΑ αλλά και της ομάδας μας, (Εxperiment Journal of Gynecology 2014,) έδειξαν ότι ακόμα και η τομοσύνθενση (προχωρημένη μαστογραφία ) μπορεί να διαγνώσει 10% παραπάνω καρκίνους και τους περισσότερους κάτω των 10mm.
Σημαντικό πλεονέκτημα της μαστογραφίας εν αντιθέσει με την κλινική εξέταση είναι ότι μπορεί να κάνει διάγνωση σε στάδια τοπικής νόσου, καρκίνο in-situ ή προκαρκινικών βλαβών, συνήθως με εικόνα μικροαποτιτανώσεων που φαίνονται μόνο σε αυτή. Στην καναδική μελέτη δεν αναφέρει καθόλου περιπτώσεις σαν και αυτές αλλά αναφέρεται σε όγκους 20mm κατά μέσο όρο, δηλαδή πολύ μεγάλους.
Ως αναφορά την κλινική εξέταση από τους επαγγελματίες υγείας που εφαρμόστηκε σε αυτή την μελέτη πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί για την εγκυρότητα της διάγνωσης τους σε όγκους κάτω των 10mm ή σε όγκους με θέση πολύ βαθιά σε γυναίκες με μεγάλο στήθος. Άλλωστε η Αμερικανική Εταιρία Μαστολογίας το 2013 συνέστησε ως αναξιόπιστη την ψηλάφηση. Πως λοιπόν η καναδική μελέτη συγκρίνει την μαστογραφία με την κλινική εξέταση;
Ένα ακόμη σημαντικό δεδομένο είναι πως στην ομάδα των γυναικών χωρίς μαστογραφία της καναδικής μελέτης, έγινε αναγκαστικά συρρίκνωση με μόλυνση της ομάδας με μαστογραφίες, δηλαδή κάποιες γυναίκες που ήταν στην ομάδα χωρίς μαστογραφία στη διάρκεια της μελέτης υποβλήθηκαν εν τέλη σε μαστογραφία είτε επειδή ψηλάφισαν κάτι, είτε επειδή φοβόντουσαν ή για άλλους λόγους. Έτσι εξηγείται ότι στην ομάδα με τη μαστογραφία βρέθηκαν παραπάνω καρκίνοι, με όγκους μεγαλύτερους των 20mm.
Επιπλέον τα μηχανήματα που χρησιμοποιούσαν στην περίοδο της μελέτης από το 1985 έως το 1996 δηλαδή πριν 17 χρόνια δεν έχουν καμία σχέση με τα καινούργια μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας που χρησιμοποιούμε τα τελευταία χρόνια.
Ας μην παραβλέπουμε και τις πληθυσμιακές, ανατομικές διαφορές που
παρατηρούνται κατά την κλινική εξέταση. Η μεσαία Καναδέζα έχει συνήθως
μαστούς μικρότερου μεγέθους εν συγκρίσει με την μεσαία μεσογειακή γυναίκα.
Τέλος οι θεραπείες που γίνονται τα τελευταία 10 χρόνια, έχουν μειώσει κατά πολύ την θνησιμότητα του καρκίνο του μαστού και είναι πολύ αποτελεσματικές σε μικρούς όγκους. Δεν συγκρίνονται με τις θεραπείες που προ 10 ετών πραγματοποιούνταν, ακόμα και σε μια σύγχρονη χώρα όπως ο Καναδάς.
Συμπερασματικά αυτή η μελέτη, αν και ενδιαφέρουσα, έρχεται ως το μαύρο πρόβατο στο κοπάδι της κλασσικής επιστήμης. Πιθανόν να υπάρχουν όπως το αναλύσαμε πολλά ερωτηματικά όμως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ανατρέψει το ρεύμα της διάγνωσης του καρκίνου του μαστού που βασίζεται όχι μόνο πια στην ψηλάφηση από το ιατρικό- παραϊατρικό προσωπικό αλλά και στην σύγχρονης τεχνολογίας ψηφιακή μαστογραφία τρίτης γενιάς, τόμοσύνθεση και συμπληρωματικά όταν υπάρχει υπάρχουν ενδείξεις με υπερηχογράφημα 3D, ελαστογραφία, και μαγνητική τομογραφία.
Τελειώνοντας να αναφέρουμε ότι η παγκόσμια οδηγία συνιστά στις γυναίκες υψηλού κινδύνου από ιστορικό ή σε γυναίκες με γονιδιακή προδιάθεση όχι μόνο να κάνουν μαστογραφία 10 χρόνια πριν την ηλικία του καρκίνου της συγγενούς που νόσησε αλλά και να κάνουν κάθε χρόνο μαγνητική τομογραφία μαστών από τα 25 έτη τους.
Οι ανακοινώσεις για το θέμα, είναι πολλές και σας αναφέρω τη χθεσινή (20 Φεβρουαρίου 2014) δημοσίευση του διάσημου αμερικανού Ακτινολογου Daniel Kopans, που αναφέρει πως “η μαστογραφία δεν είναι τέλεια, αλλά συνεχίζει να σώζει ζωές και αποδεδειγμένα υπάρχει σχετική μείωση κατά 30% των θανάτων από καρκίνο του μαστού χάρης αυτής”.